Κυριακή 24 Μαΐου 2015

Σπήλαιο Θεόπετρας στη Θεσσαλία: Μια προϊστορία 130.000 χρόνων (Μέρος Α’)




Από μια καλή σύμπτωση, στο τεύχος 34 (Μάρτιος 1990) του έντυπου περιοδικού Αρχαιολογία, αφιερωμένου στις πρόσφατες (τότε) έρευνες στη Θεσσαλία, δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά τα αποτελέσματα των τριών πρώτων ανασκαφικών περιόδων στο σπήλαιο της Θεόπετρας. Ξαναδιαβάζοντας σήμερα εκείνο το κείμενο είδα πόσα πράγματα έχουν μέχρι σήμερα αλλάξει αλλά και άλλα τόσα που ορθώς είχαν εκτιμηθεί από την αρχή και ισχύουν μέχρι σήμερα, πιο τεκμηριωμένα ίσως. Οι εξειδικευμένες μελέτες και αναλύσεις στο μεσολαβήσαν διάστημα επιβεβαίωσαν τη σπουδαιότητα αυτής της ανασκαφής για την προϊστορία του ελλαδικού χώρου. Σήμερα, 25 χρόνια μετά, στην ηλεκτρονική πλέον έκδοση του ίδιου περιοδικού δίνονται συνοπτικά τα αποτελέσματα μιας έρευνας που κρατάει 27 χρόνια και συνεχίζεται… 

Μέρος Α’ 

Εισαγωγή 

Το σπήλαιο της Θεόπετρας αποτελεί το μεγαλύτερο και πιο ολοκληρωμένο έως σήμερα ερευνητικό πρόγραμμα της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας & Σπηλαιολογίας, καθώς οι ανασκαφές σε αυτό διήρκεσαν περίπου 20 χρόνια (1987-2007). Κάθε χρόνο το επισκέπτονται εκατοντάδες ανθρώπων και σχολεία από όλη την Ελλάδα ενώ ήδη ολοκληρώθηκε η δημιουργία μουσείου (Κέντρου Τεκμηρίωσης & Εκπαίδευσης Σπηλαίου Θεόπετρας) αφιερωμένου αποκλειστικά στα ευρήματα αυτών των ανασκαφών. Παράλληλα προχωράει η τελική δημοσίευση του πρώτου τόμου ο οποίος είναι αφιερωμένος στη Νεολιθική περίοδο. Το σπήλαιο της Θεόπετρας παραμένει μέχρι σήμερα το μόνο ανασκαμμένο σπήλαιο της Θεσσαλίας. 

Στο παρόν κείμενο θα αναφερθούμε περιληπτικά στα ευρήματα, κατά χώραν ή κινητά, τα οποία έχουν παρουσιαστεί επανειλημμένως σε διάφορα συνέδρια και δημοσιεύσεις της Δρ Νίνας Κυπαρίσση-Αποστολίκα (διευθύντρια των ανασκαφών του Σπηλαίου της Θεόπετρας) & των συνεργατών της. 

Τοπογραφία 


Το σπήλαιο της Θεόπετρας βρίσκεται στα δεξιά της διαδρομής από Τρίκαλα προς Καλαμπάκα, 3 χλμ. πριν την τελευταία, σε υψόμετρο περίπου 300μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και 100μ. πάνω από την πεδιάδα, στη βόρεια πλευρά ασβεστολιθικού όγκου που υψώνεται πάνω από το ομώνυμο Toπικό Διαμέρισμα του Δήμου Καλαμπάκας. Πολύ κοντά ρέει ο ποταμός Ληθαίος, παραπόταμος του Πηνειού, που στη συνέχειά του διασχίζει την πόλη των Τρικάλων. Το σχήμα του σπηλαίου είναι περίπου τετράπλευρο με μικρές κόγχες (καρστικούς αγωγούς) στην περιφέρεια. Η έκτασή του είναι περίπου 500 τ.μ. Η είσοδος είναι αψιδωτή, διαστάσεων 17μ. πλάτος επί 3μ.ύψος, και επιτρέπει στο φυσικό φως να εισέρχεται άπλετα στο εσωτερικό του. Ακριβώς απέναντι βλέπει κανείς τους βράχους και τις μονές των Μετεώρων. Είναι η δυτικότερη προϊστορική θέση της Θεσσαλίας και, καθώς γειτνιάζει άμεσα και με τη θεσσαλική πεδιάδα αλλά και με την οροσειρά της Πίνδου, τον Κόζιακα, οι επιχώσεις του, όπως θα δούμε, συνδυάζουν χαρακτηριστικά και από τα δύο αυτά φυσικά περιβάλλοντα. 

Οι κόγχες της νότιας περιοχής του σπηλαίου


Η στρωματογραφική ακολουθία 

Οι πολύχρονες ανασκαφές αποκάλυψαν τη μεγαλύτερη γνωστή ακολουθία προϊστορικών επιχώσεων (περίπου 6μ. πάχος), που αντιπροσωπεύει μέρος του Ανώτερου Πλειστόκαινου –που αποτελεί και τον κύριο όγκο τους– τη σύνδεση του Πλειστόκαινου με το Ολόκαινο με την παρουσία της Μεσολιθικής για πρώτη φορά στη Θεσσαλία, και τη Νεολιθική, η οποία μας ήταν έως τότε γνωστή μόνο από υπαίθριες θέσεις στη Θεσσαλία. 

Στρωματογραφία σπηλαίου
Αν θα ’πρεπε κάποιος να επισημάνει κάτι πριν προβεί σε περιγραφή της στρωματογραφίας στο σπήλαιο της Θεόπετρας είναι η τεράστια αναμόχλευσή της, όχι τόσο από ανθρώπινη παρέμβαση, που και αυτή έπαιξε κάποιο ρόλο καθώς το σπήλαιο χρησίμευσε ως καταφύγιο για τον ντόπιο πληθυσμό σε καιρούς πολέμου. Επιπλέον χρησιμοποιήθηκε για το σταυλισμό ζώων επί μεγάλο διάστημα και οι βοσκοί προέβαιναν σε διαμορφώσεις και εξομαλύνσεις του χώρου για την ασφάλεια των ζώων. Κυρίως όμως τεράστια διαταραχή προκλήθηκε από την επανειλημμένη εισβολή μεγάλων ποσοτήτων νερού μέσω των καρστικών αγωγών της νότιας περιφέρειας του σπηλαίου που προέρχονταν από την εξωτερική ανατολική επιφάνεια του βραχώδους σχηματισμού συμπαρασύροντας πέτρες, οι οποίες είναι σήμερα ακόμη ορατές στις απολήξεις αυτών των αγωγών. Νερά έμπαιναν επίσης και από την πλατιά είσοδο. Η σημαντικότερη τέτοια εισβολή νερού συνέβη προς το τέλος της Νεολιθικής και άφησε τα κατάλοιπά της ως μία γραμμή στάθμης περίπου 2μ. ψηλότερα από τη σημερινή επιφάνεια της επίχωσης, ενώ συμπαγοποιημένοι όγκοι επίχωσης με αρχαιολογικό περιεχόμενο αυτής της περιόδου βρίσκονται κατά τόπους στην επιφάνεια αλλά και μέσα στην επίχωση. Και σε παλαιότερες περιόδους όμως, κυρίως της Παλαιολιθικής, δημιουργήθηκαν επίσης νεροφαγώματα που, παράλληλα με τα λαγούμια που δημιούργησαν διάφορα μικρά ζώα, παρέσυραν αρχαιολογικό υλικό από ανώτερα στρώματα και το κατέβασαν βαθύτερα δημιουργώντας πολλές φορές προβλήματα ερμηνείας στους ανασκαφείς μέχρι να διασαφηνιστεί η αιτία αυτών των δυσαναλογιών. Επιπλέον, ολόκληρο στρώμα πεσμένων λίθων δημιουργήθηκε από την αποκόλληση και πτώση τεράστιου τεμάχους από την οροφή του σπηλαίου, που συμπλήρωσε και «μπέρδεψε» την εικόνα όσων εισήλθαν μέσω των καρστικών αγωγών. Η αποκόλληση αυτή προκάλεσε επιπλέον συμπίεση των υποκείμενων στρωμάτων και διαφοροποίηση της στρωματογραφίας σε εκείνη την περιοχή. Έχοντας υπόψη μας όλα τα προαναφερθέντα προβλήματα μπορούμε να πούμε τα παρακάτω σχετικά με τη στρωματογραφική ακολουθία: 

Οι επιχώσεις της Θεόπετρας μπορούν να χωριστούν σε δύο εντελώς διαφορετικές περιόδους χρήσης του σπηλαίου: αυτή του Πλειστοκαίνου (Μέση και Ανώτερη Παλαιολιθική) και την άλλη του Ολοκαίνου (Μεσολιθική και Νεολιθική). Ποσοτικά και μορφολογικά οι δύο στρωματογραφίες είναι εντελώς διαφορετικές: η πρώτη φθάνει τα 4,50μ. πάχος στην κεντρική περιοχή του σπηλαίου, όπου και το μεγαλύτερο πάχος επιχώσεων, ενώ στην ανατολική και νότια περιφέρεια, όπου η ανασκαφή έφτασε ως το φυσικό ασβεστολιθικό υπόβαθρο, οι αντίστοιχες επιχώσεις δεν ξεπερνούν τα 2,50-3,00 μ. Επομένως, η επιφάνεια του ασβεστολιθικού υποστρώματος στον πυθμένα του σπηλαίου δεν είναι επίπεδη αλλά ανισόπεδη, βρίσκεται βαθύτερα στο κέντρο και αρκετά ψηλότερα στην περιφέρεια. Αυτός είναι και ο λόγος που ο βαθύτερος κεντρικός χώρος του σπηλαίου γέμισε επανειλημμένως από ιζήματα οφειλόμενα σε αποθέσεις νερού, όπως αναφέρθηκε ήδη, και εν μέρει από την πλατιά είσοδό του. Το τελευταίο επιβεβαιώνεται και από την κατηφορική πορεία που έχει το σκληρότερο από τα ιζήματα με φορά από την είσοδο προς το κέντρο. Το ίζημα αυτό αντιπροσωπεύει την τελευταία παγετώδη περίοδο του Πλειστοκαίνου. 

Συμπαγοποιημένοι σωροί επίχωσης (Νεολιθικής)

Η δεύτερη περίοδος, που αντιπροσωπεύει το Ολόκαινο, δεν ξεπερνά συνολικά τα 1,50-2,00μ. πάχος, και αυτό μόνο εκεί όπου συνυπάρχουν σε επάλληλα στρώματα. 

Οι δύο παραπάνω μεγάλες περίοδοι μπορούν να χωρισθούν σε πέντε διαφορετικές ενότητες, τρεις για το Πλειστόκαινο και δύο για το Ολόκαινο: 

α) Τα κατώτερα στρώματα της Πλειστοκαινικής επίχωσης αποτελούνται από υγρό ίζημα ροδαλού χρώματος, πάχους 50-70 εκ., από το οποίο απουσιάζουν εξ ολοκλήρου τα κατάλοιπα φωτιάς, αν και η παρουσία φυτολίθων σε αυτό παραπέμπει σε ανθρώπινη παρουσία, χωρίς χρήση φωτιάς. Η εναπόθεση αυτού του ιζήματος πρέπει να τοποθετηθεί πριν τα 130-140.000 χρόνια, σύμφωνα με νεότερες χρονολογήσεις με τη μέθοδο της θερμοφωταύγειας καμένων λίθινων εργαλείων προερχόμενων από τα βαθύτερα στρώματα με κατάλοιπα φωτιάς (τα οποία υπέρκεινται, εννοείται, των βαθύτερων χωρίς φωτιά) στο Εργαστήριο Επιστημών Κλίματος και Περιβάλλοντος του Ερευνητικού Κέντρου CNRS της Γαλλίας (Centre des Faibles Radioactivités, Laboratoire Mixtes C.N.R.S.-C.E.A.). Τα ίδια στρώματα είχαν αρχικά χρονολογηθεί με Άνθρακα 14 στον Δημόκριτο στα 46.591+1665 χρόνια πριν από σήμερα, αυτά όμως είναι και τα όρια της μεθόδου του Άνθρακα 14, ώστε παλαιότερες αυτού του ορίου ηλικίες δεν είναι δυνατόν να χρονολογηθούν με ακρίβεια με αυτή τη μέθοδο. Από αυτό το βαθύτερο ίζημα, το οποίο έχει προς το παρόν ανασκαφεί περιορισμένα, προήλθαν εργαλεία φτιαγμένα από πυριτόλιθο, ο οποίος βρίσκεται εγκλωβισμένος μέσα σε χαλίκια ασβεστολιθικά από τον ίδιο τον πυθμένα της σπηλιάς, καθώς και από χαλαζία, που έχει χρησιμοποιηθεί περισσότερο κατά τη Μέση Παλαιολιθική περίοδο, παρά αργότερα. Οι ελάχιστοι δηλαδή ένοικοι του σπηλαίου, κατά την πρώτη χρήση του, φαίνεται πως χρησιμοποιούσαν ως πρώτη ύλη για τα εργαλεία τους υλικό που έβρισκαν στον πυθμένα της ίδιας της σπηλιάς, ενώ αργότερα, οπότε αυξήθηκε ο πληθυσμός και οι ανάγκες, αλλά προφανώς σταδιακά εξαντλούνταν και το υλικό, η αναζήτησή του γινόταν πολύ πιο οργανωμένα σε μεγάλη ακτίνα έξω από το σπήλαιο. Τα εργαλεία αυτού του ιζήματος, που είναι και τα παλαιότερα όλης της ανασκαφής, είναι αδρά επεξεργασμένα συγκρινόμενα με τα νεότερά τους. 


Στρωματογραφία της δυτικής παρειάς των σκαμμάτων

β) Η δεύτερη ενότητα, με μέγιστο πάχος έως 2,50μ. χαρακτηρίζεται από παχιά στρώματα εκτεταμένων πυρών που εναλλάσσονται με αμμώδη και ιλυώδη στρώματα από υλικά που αποτέθηκαν κατά την εκροή υπόγειων νερών μέσα στο σπήλαιο. Τα νερά αυτά δημιουργούσαν κατά περιόδους στο μεγαλύτερο, βαθύτερο και κεντρικότερο τμήμα του σπηλαίου μια λιμνάζουσα περιοχή. Ο ρυθμός απόθεσής τους υπολογίστηκε από τον γεωλόγο Δρα Π. Καρκάνα από 0,5 έως 1,5 εκ./αιώνα. Οι συνθήκες που επικρατούσαν κατά τη διάρκεια δημιουργίας αυτών των στρωμάτων δεν επέτρεπαν τη συχνή και εκτεταμένη χρήση του σπηλαίου, τουλάχιστον στην προαναφερθείσα κεντρική περιοχή. Αντίθετα, δίπλα στα ανατολικά τοιχώματα του σπηλαίου, όπου ο πυθμένας έχει αποκαλυφθεί σε βάθος 3μ. περίπου, πολύ ψηλότερα δηλαδή απ’ ό,τι στον κεντρικό χώρο, η επιφάνεια χρήσης εκεί δεν έχει επηρεαστεί από τα νερά που εισέβαλλαν κάθε φορά μέσω των καρστικών αγωγών, με αποτέλεσμα εκεί η στρωματογραφία να είναι αδιατάρακτη. Στη στρωματογραφία εδώ (ανατολική περιοχή) είναι χαρακτηριστική η παρουσία σε μεγάλη ποσότητα γωνιωδών ασβεστολιθικών λατυπών (χαλικιών) προερχόμενων από την οροφή και τα τοιχώματα του σπηλαίου, τα οποία σε συνδυασμό με κρυογενείς αλλοιώσεις των συνοδών ιζημάτων δείχνει ότι αποτελούν κρυοκλαστικές αποθέσεις, προϊόν δηλαδή διάρρηξης των τοιχωμάτων λόγω τήξης και πήξης του πάγου. Από τη στρωματογραφία αυτή απουσιάζουν οι έντονες και χαρακτηριστικές φωτιές του κεντρικού χώρου. Τέλος τα ιζήματα αυτής της ενότητας στο σπήλαιο χαρακτηρίζονται επίσης από την παρουσία τεράστιων κοιτών, λάκκων και φυσικών λαγουμιών, τα οποία συνήθως είναι πληρωμένα με νεότερες χαλαρές αποθέσεις. 

Χαρακτηριστικό λαγούμι

γ) Η τρίτη ενότητα χαρακτηρίζεται από το σχηματισμό σκληρού ιζήματος συνολικού πάχους περίπου 1,50μ. που αποτελείται από δύο επάλληλα στρώματα μεταξύ των οποίων παρεμβάλλεται μία λιγότερο συμπαγής επίχωση. Οι σκληροί αυτοί σχηματισμοί αντανακλούν πολύ ψυχρές κλιματικές συνθήκες της τελευταίας παγετώδους με ηπιότερα χαρακτηριστικά στο ενδιάμεσο διάστημα (θα δούμε και παρακάτω σχετικά στο Κλίμα). 

δ) Η τέταρτη ενότητα, μέγιστου πάχους 90 εκ. περίπου, ανταποκρίνεται στην ονομαζόμενη Μεσολιθική περίοδο και στρωματογραφικά τοποθετείται ανάμεσα στο σκληρό ίζημα της Ανώτερης Παλαιολιθικής και στη Νεολιθική υπερκείμενη επίχωση. Το χώμα έχει κιτρινόφαιη απόχρωση και αμμώδη υφή με χαρακτηριστικά υγρασίας, ενώ σε κάποιες περιοχές υπάρχουν και έντονα κατάλοιπα φωτιάς. Το στρώμα αυτό δεν εντοπίσθηκε σε όλη την έκταση του σπηλαίου, κυρίως δεν είναι εμφανές στον κεντρικό χώρο, πράγμα που φαίνεται να οφείλεται σε αλλοιώσεις που επήλθαν στην ούτως ή άλλως πολύ διαταραγμένη ανώτερη επίχωση από τους προαναφερθέντες γεωφυσιικούς παράγοντες. 

Μεσολιθικές φωτιές επάνω σε κιτρινόφαιη επίχωση

ε) Η πέμπτη και τελευταία ενότητα ανήκει στη Νεολιθική περίοδο και έχει πάχος περίπου 1,50 στην κεντρική περιοχή ‒ στην περιοχή του άξονα 11 του καννάβου όπου υπήρχε το στρώμα των αποκολλημένων λίθων από την οροφή έφτανε και τα 2,00μ., ενώ δεν ξεπερνάει τα 0,50μ. κοντά στην είσοδο και κοντά στα ανατολικά τοιχώματα του σπηλαίου. Αντίστοιχα, η μεν κεντρική επίχωση ήταν εξαιρετικά διαταραγμένη –για τους λόγους που προαναφέρθηκαν– ενώ στην περιφέρεια φαίνεται αδιατάρακτη, είχε όμως ίσως εκεί πιο περιορισμένη χρήση ο χώρος λόγω της σκοτεινότητας και της υγρασίας του. Όπως ήδη αναφέρθηκε, από όστρακα, οστά, κάρβουνα κ.λπ. επικολλημένα μέχρι και 2μ. ψηλότερα από τη σημερινή επιφάνεια της επίχωσης στα τοιχώματα του σπηλαίου συμπεραίνεται ότι αυτή η επίχωση κάποτε έφθανε ως εκεί. Παρά τη μεγάλη αναμόχλευση των ανώτερων στρωμάτων, τα οποία δεν είναι δυνατόν να μας δώσουν μια καθαρή νεολιθική στρωματογραφία, έχουν ωστόσο αυτά δώσει πολύ σπουδαία ευρήματα όλων των βαθμίδων της Νεολιθικής, 

Οι εναλλαγές του κλίματος 

Eπανειλημμένως φαίνεται πως άλλαξε το κλίμα στη διάρκεια χρήσης του σπηλαίου από τον άνθρωπο με την εναλλαγή θερμών και ψυχρών επεισοδίων, κατά τα οποία ο πληθυσμός του σπηλαίου αναλόγως αυξανόταν και μειωνόταν. Τα επεισόδια αυτά έχουν αφήσει τα κατάλοιπά τους στο σπήλαιο της Θεόπετρας, μοναδικό μάρτυρα αυτών των φυσικών αλλαγών σε αρχαιολογική θέση σε τόσο χαμηλό υψόμετρο μέχρι στιγμής στην Ελλάδα, ενώ είναι επίσης το νοτιότερο σημείο της Ευρώπης με τόσο έντονα χαρακτηριστικά παγετώνων στη διάρκεια του Πλειστοκαίνου. Αυτά τα ψυχρά χαρακτηριστικά εξηγούνται από τη γειτνίαση του σπηλαίου με την Πίνδο αλλά και από τον βορεινό προσανατολισμό της εισόδου του. 

Από τη μικρομορφολογική εξέταση δειγμάτων όλων των στρωμάτων, προέκυψαν πολλές ψυχρές φάσεις που έχουν αποτυπωθεί στα ιζήματα: 

η πρώτη στο κατώτερο στρώμα του σπηλαίου, παλαιότερη δηλ. των 130-140.000 χρόνων πριν από σήμερα, η δεύτερη στο ανώτερο στρώμα της πρώτης καύσης, δηλαδή περίπου στην παραπάνω ηλικία.

Μια εκτεταμένη ψυχρή φάση παρατηρείται κατά την τελευταία παγετώδη (έναρξη μετά την τελευταία μεσοπαγετώδη του ισοτοπικού σταδίου 5e, περίπου 130.000 χρόνια πριν) και επεκτείνεται ως τα 18.000 χρόνια πριν, που θεωρείται πέρας της τελευταίας παγετώδους περιόδου. Μια εκτεταμένη καύση που εμφανίζεται στις αποθέσεις του σπηλαίου με τη μορφή πολλών εστιών φωτιάς, όλων στον ίδιο ορίζοντα, και έχει χρονολογηθεί στα 60.000 περίπου χρόνια πριν από σήμερα (αρχή ισοτοπικού σταδίου 3) αντανακλά μια διακοπή των πολύ κακών κλιματικών συνθηκών που επικρατούσαν στην περιοχή καθ’ όλο το διάστημα της τελευταίας παγετωνικής έξαρσης.

Εστία 60.000 χρόνων κατά την ανασκαφή
Σε μια έκταση 30 τ.μ. περίπου, μετρήθηκαν 15 τουλάχιστον εστίες, αριθμός που αυξάνεται όσο επεκτείνεται η ανασκαφή. Οι εστίες αυτές, με επιφάνεια περίπου 1 τ.μ. η κάθε μία, αποτελούνται από έντονο ερυθρό στρώμα πάχους 10-15 εκ. στην ανώτερη επιφάνειά τους, οφειλόμενο στη σύστασή του από οξείδια αλουμινίου και φωσφόρου και ποτάσιο σε συνδυασμό με την πυράκτωση που υπέστησαν. Κάτω απ’ αυτό το κόκκινο στρώμα υπάρχει σε όλες τις εστίες μαύρο στρώμα που αποτελεί τη βάση τους. ΄Εχει παρατηρηθεί ότι τα σημαντικότερα και πιο εκτεταμένα επεισόδια καύσεων σχετίζονται με περιόδους ηπιότερου κλίματος κατά τις οποίες αυξανόταν ο πληθυσμός του σπηλαίου.

Μετά την τελευταία μέγιστη παγετώδη περίοδο (Last Glacial Maximum, 35000 έως 18000 χρόνια πριν) φαίνεται να αυξήθηκε ραγδαία ο πληθυσμός μέσα στο σπήλαιο κρίνοντας από την αντίστοιχη εντυπωσιακή αύξηση των λίθινων εργαλείων σε αυτά τα στρώματα. Από τα τελευταία ευρήματα με την ευκαιρία των έργων του Γ΄ ΚΠΣ, αξίζει να μνημονευθεί η αποκάλυψη, ακριβώς μπροστά στην είσοδο του σπηλαίου, λιθοσωρού αποτελούμενου από πέτρες μεσαίου κυρίως μεγέθους, που σε συνδυασμό με την παρουσία βράχων προφανώς πεσμένων από την οροφή και πακτωμένων στο έδαφος καλύπτουν όλο το εύρος της εισόδου. Οι πέτρες, φαίνεται να τοποθετήθηκαν και να παρέμειναν εκεί εσκεμμένα προκειμένου να δημιουργήσουν ένα φράγμα ασφαλείας ώστε να εμποδίζεται η είσοδος στο σπήλαιο τόσο για τα ζώα σε περιόδους μεγάλου ψύχους, όσο και για τα ίδια τα έντονα καιρικά φαινόμενα. Xρονολόγηση με θερμοφωταύγεια έδωσε ηλικία 24.000-22.000 χρόνια πριν από σήμερα, εντάσσεται δηλαδή η κατασκευή του στη διάρκεια της τελευταίας μέγιστης παγετώδους περιόδου. Τέλος, στα 12.000 χρόνια περίπου πριν από σήμερα παρατηρήθηκε στο σπήλαιο το τελευταίο σύντομο ψυχρό επεισόδιο, επονομαζόμενο Younger Dryas, που πιστοποιήθηκε εδώ για πρώτη φορά στην ανατολική Μεσόγειο. Λόγω της θέσης του σπηλαίου κοντά στην οροσειρά της Πίνδου φαίνεται πως εδώ τότε επικράτησαν πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. 

Λιθοσωρός κλείνει την είσοδο του σπηλαίου

Η πρώτη εμφάνιση του πηλού 

Ανάμεσα στις εστίες των περίπου 60.000 χρόνων βρέθηκαν δεκάδες πήλινοι, συνήθως κυλινδρικοί, σχηματισμοί, πιθανότατα ελαφρά στεγνωμένοι, όχι ψημένοι. Το μήκος τους φθάνει τα 10 εκ. περίπου και το πάχος τους τα 2,5-3 εκ. Η παρουσία τους σε τόσο πρώιμα στρώματα είναι φυσικό ότι μας προκάλεσε σύγχυση ως προς τη χρονική περίοδο έναρξης της χρήσης του πηλού. Τελικά όμως, σύμφωνα με τις στρωματογραφικές παρατηρήσεις του γεωλόγου Π. Καρκάνα, αυτοί οι σχηματισμοί προέρχονται από την ενότητα της Μεσολιθικής επίχωσης (στο σπήλαιο έχουν διατηρηθεί ενδεικτικά σε θέση εύρεσής τους, βλ. εικόνα) και έφθασαν σε βαθύτερα στρώματα μέσω των τεράστιων κοιτών και νεροφαγωμάτων που προκλήθηκαν από την εισβολή μεγάλων ποσοτήτων νερού μέσω των καρστικών αγωγών στο σπήλαιο και πληρώθηκαν με υλικό από ανώτερα στρώματα. Κατάλοιπα όμως μαζών άψητου πηλού, πέρα από τα εν λόγω αντικείμενα, έχουν βρεθεί διάσπαρτα μέχρι τα βαθύτερα στρώματα της Παλαιολιθικής, οι οποίες επίσης προέρχονται τελικά από τη μεσολιθική επίχωση.

Πήλινοι άψητοι σχηματισμοί (Μεσολιθικής)

Οπωσδήποτε αυτοί οι πήλινοι σχηματισμοί αντιπροσωπεύουν πρώιμες προσπάθειες σχηματοποίησης αυτού του εύπλαστου υλικού, του πηλού, τις ιδιότητες του οποίου φαίνεται να γνώριζαν πλέον στη Μεσολιθική περίοδο και αποτελούν αποδείξεις ότι η κεραμική τεχνολογία είναι γηγενής κατάκτηση, αφού σε συνδυασμό με το ψήσιμο του πηλού κάποιους αιώνες αργότερα, επρόκειτο να σημάνει την επανάσταση της τεχνολογίας κατά τη Νεολιθική εποχή. Επίσης, προς το τέλος της Παλαιολιθικής, κατάλοιπα πηλών, όχι σχηματοποιημένα, βρέθηκαν δίπλα σε φωτιές. Το δείγμα αυτό έχει χρονολογηθεί με Άνθρακα 14 στα 13480-12320 π.Χ.. Ο συνδυασμός αυτός δεν παρατηρείται στα βαθύτερα στρώματα, ώστε η ύπαρξη πηλών, έστω και άμορφων μαζών, προς το τέλος της Ανώτερης Παλαιολιθικής θέτει, όπως είναι ευνόητο, σε νέα βάση και το θέμα της γηγενούς ή εισηγμένης κεραμικής τεχνολογίας των αρχών της Νεολιθικής στον ελλαδικό χώρο. 

H απουσία οστέινων καταλοίπων – διαγένεση 

Ένα μεγάλο πρόβλημα που προέκυψε στην ανασκαφή ήταν η σχεδόν παντελής απουσία οστών στις παλαιολιθικές επιχώσεις όλης της κεντρικής περιοχής του σπηλαίου, απουσία που δεν μπορούσε να ερμηνευτεί αρχαιολογικά μέχρι που η μικρομορφολογική μελέτη του γεωλόγου Δρ. Π. Καρκάνα με τις αναλύσεις των ιζημάτων που έγιναν στο Ινστιτούτο Weizmann απέδωσε την απουσία των οστών στο φαινόμενο της διαγένεσης, δηλαδή σε μετα-αποθετικές διαδικασίες που σχετίζονται με τη σύσταση των ιζημάτων από κατάλοιπα καύσης ξύλων που περιέχουν ανθρακικό ασβέστιο, φυτόλιθους και άμορφα πυριτικά συσσωματώματα καθώς και διαλυμένο φωσφόρο από την αποσύνθεση οργανικών καταλοίπων, με τα οποία είναι εμπλουτισμένο το νερό που κυκλοφορεί στους πόρους των ιζημάτων. ΄Ετσι δημιουργείται το ορυκτό απατίτης, το κύριο ανόργανο συστατικό των οστών, και στη συνέχεια δημιουργείται ένα σύνολο αυθιγενών ορυκτών. Ως αποτέλεσμα, το ορυκτό απατίτης στην πορεία της διαγένεσης μετατρέπεται σε άλλα πιο σύνθετα φωσφορικά ορυκτά του αργιλίου και αυτό το στάδιο σηματοδοτεί τη διάλυση του απατίτη των οστών.

Συνδυασμός πηλών & φωτιάς σε παλαιολιθικά στρώματα

Ετσι, στις περιοχές του σπηλαίου όπου υπάρχει απατίτης η ασβεστίτης, τα οστά είναι σταθερά και η παρουσία τους αντιπροσωπεύει την πραγματική εικόνα της παρουσίας τους στο παρελθόν, ενώ στις περιοχές με τα σύνθετα ορυκτά του φωσφόρου η απουσία τους δηλώνει λανθασμένα ότι δεν υπήρχαν και στο παρελθόν. Στο σπήλαιο της Θεόπετρας, στην κεντρική περιοχή, απουσιάζουν τα οστά γιατί εκεί καταλήγουν, όπως είπαμε ήδη, οι καρστικοί αγωγοί της νότιας περιοχής οι οποίοι μετέφεραν επανειλημμένως μεγάλες ποσότητες νερού από την εξωτερική περιοχή του σπηλαίου που κατέκλυσαν το σπήλαιο και συνετέλεσαν στη διάλυση των οστών με τη διαδικασία της διαγένεσης που αναφέρθηκε. Ευτυχώς η περιοχή δίπλα στα ανατολικά τοιχώματα του σπηλαίου, επίσης κοντά στην απόληξη ενός καρστικού αγωγού αλλά σε σαφώς ψηλότερο επίπεδο, έμεινε έξω από την επιρροή των νερών και είναι εκεί όπου βρέθηκαν σε πολύ καλή κατάσταση διατήρησης οστά ζώων αλλά και οι δύο ανθρώπινες ταφές της Ανώτερης Παλαιολιθικής που θα δούμε παρακάτω. 

Aνθρωπολογικά κατάλοιπα 

Κατά τη διάρκεια όλων αυτών των χιλιετιών χρήσης του σπηλαίου από τον άνθρωπο είναι πολύ πιθανό ότι άλλαξε και ο ανθρώπινος τύπος που ζούσε στην περιοχή. Με τα έως τώρα δεδομένα από άλλες θέσεις της Ευρώπης γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπος Ηomo sapiens neanderthalensis χάνεται περίπου γύρω στα 40.000 χρόνια πριν από σήμερα και εμφανίζεται ο σημερινός σύγχρονος άνθρωπος Homo sapiens sapiens, ενώ στη Μέση Ανατολή ο σύγχρονος άνθρωπος εμφανίστηκε ήδη από τα 100.000 χρόνια περίπου πριν από σήμερα.

Κρανίο της Ανώτερης Παλαιολιθικής (14500 π.Χ.)

Στη Θεόπετρα έχουν βρεθεί ως τώρα πέντε ανθρώπινοι σκελετοί, ένας της Ανώτερης Παλαιολιθικής χρονολογημένος από τα ίδια τα οστά του στα 14990-14060 π.Χ., δηλαδή μετά το τέλος της τελευταίας μέγιστης παγετώδους περιόδου και ένας ακόμη, πιθανότατα σύγχρονος του πρώτου, καθώς γειτνιάζουν και βρίσκονται στο ίδιο περίπου βάθος ‒ λόγω της κακής κατάστασης των οστών του τελευταίου δεν διατηρήθηκε κολλαγόνο για να μας δώσει ηλικία.
Τρεις επιπλέον ταφές ανήκουν στη Μεσολιθική περίοδο και έχουν χρονολογηθεί στα 7000-7500 περίπου π.Χ.. Οι δύο τελευταίοι μεσολιθικοί βρέθηκαν με την ευκαιρία των έργων ανάδειξης του σπηλαίου (καλοκαίρι 2006/ Ιανουάριος 2008). Η μία εξ αυτών, σε συνεσταλμένη στάση, εκτίθεται στο σπήλαιο στη θέση εύρεσής της, εγκιβωτισμένη σε κάλυμμα από πλεξιγκλάς. 

Μεσολιθική ταφή (7280-6830 π.Χ.)
Εκτός των ταφών αυτών καθ’ αυτών, στο βαθύτερο στρώμα φωτιάς του σπηλαίου βρέθηκαν αποτυπώματα ανθρώπινων πελμάτων που ανήκουν σε στρώματα της Μέσης Παλαιολιθικής ‒ είχαν χρονολογηθεί με Άνθρακα 14 στα 46.330±1.590 ΒΡ, ενώ χρονολόγηση με θερμοφωταύγεια, όπως αναφέρθηκε ήδη, ανεβάζει τις ηλικίες στα 110-135.000 χρόνια πριν από σήμερα! Λόγω της ηλικίας του στρώματος όπου βρέθηκαν τα αποτυπώματα και λόγω της μουστέριας τεχνολογίας των λίθινων εργαλείων που βρέθηκαν στο αντίστοιχο στρώμα και κατά κανόνα αποδίδονται στους νεαντερτάλιους, ευλόγως τα αποτυπώματα μπορούν να αποδοθούν στον προγενέστερο ανθρώπινο τύπο (Homo sapiens neanderthalensis). ΄H, αν ανήκουν στον σύγχρονο άνθρωπο, αυτό σημαίνει ότι ο τελευταίος έφτασε στον ελλαδικό χώρο πολύ νωρίτερα απ’ ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη, δηλ. όπως περίπου στη Μέση Ανατολή. Εν τέλει, σε όποιον ανθρώπινο τύπο και αν ανήκουν, η ανεύρεσή τους είναι ιδιαίτερα σημαντική και ελπίζουμε ότι θα συμβάλουν στη μελέτη της παρουσίας και της εξέλιξης του ανθρώπου στην Ελλάδα, η οποία βρίσκεται μεταξύ της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, ώστε είναι πιθανή η εμφάνιση του σύγχρονου ανθρώπου και εδώ πολύ νωρίτερα απ’ ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη. 

Τα ευρήματα αυτά είναι μοναδικά στον ελλαδικό χώρο και εξαιρετικά σπάνια σε παγκόσμια κλίμακα. Είναι τα δεύτερα σε αρχαιότητα αποτυπώματα ποδιών στην Ευρώπη μετά εκείνα της Terra Amata της Γαλλίας (380.000 χρόνια πριν), ενώ άλλα που βρέθηκαν σε σπήλαια της Γαλλίας και της Ιταλίας χρονολογούνται κάτω από τα 20.000 χρόνια. Έχουν μήκος έως 15 εκ. και πλάτος περίπου 6 εκ., μέγεθος που ταιριάζει σε παιδί ηλικίας 4-5 περίπου ετών σήμερα. Η εκτίμηση της ηλικίας έγινε ύστερα από συγκρίσεις με πέλματα σύγχρονων παιδιών ανάλογης ηλικίας, έγινε φωτογραμμετρική ανάλυση και σκανάρισμα με laser. Από το μήκος του πέλματος μπορεί να υπολογιστεί το ύψος του ατόμου (15%), στην προκειμένη περίπτωση τα άτομα του 2ου και 3ου αποτυπώματος που είναι πιο ευκρινή εκτιμάται ότι είχαν ύψος 94-100 εκ. και 86-92 εκ. αντίστοιχα (τα αποτυπώματα ανήκουν σε διαφορετικά άτομα). Υπάρχει ωστόσο μια επιφύλαξη, αυτά να μην ανταποκρίνονται σε αυτή την ηλικία, δεδομένου ότι όλα τα ιζήματα στο σπήλαιο έχουν υποστεί συρρίκνωση και πιθανόν έτσι να φαίνεται μικρότερο και το μέγεθος αυτών των αποτυπωμάτων. 

Αποτυπώματα ανθρώπινων πελμάτων

Tέλος, από τη νεολιθική επίχωση, αν και δεν έχουν εντοπιστεί ταφές in situ, έχουν ωστόσο βρεθεί αρκετά σκελετικά κατάλοιπα που υπολογίζουν τον πληθυσμό του σπηλαίου κατά την περίοδο αυτή περίπου στα 43 άτομα (βρέφη, ανήλικα και ενήλικα). Έγινε παλαιοπαθολογική μελέτη, εντοπίστηκαν διάφορες βλάβες αλλά γενικότερα φαίνεται πως πρόκειται για έναν εύρωστο πληθυσμό που διατρεφόταν με γήινες τροφές κυρίως φυτικής προέλευσης που παραπέμπει σε γεωργο-κτηνοτροφική οικονομία με μικρή περιστασιακή κατανάλωση κρέατος και πολύ μικρή ποσότητα θαλάσσιας πρωτεΐνης λόγω της απόστασης της Θεόπετρας από τη θάλασσα.

Είναι αξιοσημείωτο επίσης ότι με αναλύσεις DΝΑ που έγιναν σε οστά τόσο του ενός παλαιολιθικού σκελετού όσο και μεταγενέστερων οστών προκύπτει γενετική συνάφεια μεταξύ τους. 

Η πανίδα 

Όπως προαναφέρθηκε, το φαινόμενο της διαγένεσης στον κεντρικό χώρο διέλυσε σχεδόν στο σύνολό τους τα οστά. Αλλά, χάρη στην ανατολική περιοχή που έμεινε έξω από αυτή τη διαδικασία, έγινε δυνατό να ταυτιστούν οστά ζώων, όπως σπηλαίας άρκτου αλλά και αιγοειδών, κόκκινου ελαφιού, δορκάδας, ελαφιού δάμα, αλεπούς, ασβού, αρκούδας, λαγού, ύαινας, λύκου, χελώνας, πάπιας, πέρδικας κ.ά. πτηνών, π.χ. περιστεριών, κορακοειδών, αετού κ.λπ. που αντιστοιχούν στην Παλαιολιθική και Μεσολιθική επίχωση. Επιπλέον, από τα ευρήματα στις όχθες του Πηνειού κατά τις έρευνες του Milojcic έχει διαπιστωθεί η παρουσία στη Θεσσαλία ελεφάντων, ρινόκερων, ιπποποτάμων, αλόγων και ποικίλων μυρηκαστικών για τις θερμές περιόδους της Παλαιολιθικής. 

Μεσολιθική ταφή
Από τη Νεολιθική επίχωση αναγνωρίστηκαν πολλά οστά ζώων, όπως αιγοπρόβατα που αποτελούν και το κυρίαρχο είδος σε ποσοστό περίπου 60%, βοοειδή, χοίροι και σκύλος εξημερωμένα, αλλά και γύρω στο 11% άγρια ζώα, όπως διάφορα είδη ελαφιών, αγριογούρουνο, αρκούδα, λαγός, αγριόγατα και ασβός, ως αποτέλεσμα κυνηγιού. Σε οστό αρκούδας χρονολογημένο στη Νεολιθική περίοδο, προς το τέλος της 5ης χιλιετίας βρέθηκαν αποτυπώματα από μαχαιριές που αποδίδονται σε προσπάθεια τεμαχισμού του ζώου.

Ακολουθεί Β' μέρος εδώ

Κυριακή 17 Μαΐου 2015

Καγκελευτός χορός





Στην Ιερισσό, στην χερσόνησο της Χαλκιδικής, μεταξύ των πολλών τραγουδιών και χορών τα οποία αποτελούν την πλούσια μουσική παράδοση της, υπάρχει και ο Καγκελευτός χορός. Ιστορικός χορός ο οποίος χορεύεται κατ’ αναπαράσταση της σφαγής 400 κατοίκων της Ιερισσού από τους Τούρκους το 1821, ως αντίποινα για την επανάσταση της Χαλκιδικής. 

Κατά τον ιστορικό I. Βασδραβέλλη («Οι Μακεδόνες εις τους υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνας»), η σύλληψη και η σφαγή των 400 Ιερισσιωτών έγινε από τον Σιντίκ Γιουσούφ Μπέη, όταν αμέσως μετά τις σφαγές της Θεσσαλονίκης και την έκδοση του φιρμανίου με το οποίο διετάσσετο η εξόντωση των επαναστατών της Χαλκιδικής και η καταστροφή των χωριών της, εξεστάτευσε δια μέσου του λεκανοπεδίου του Λαγκαδά στην Ιερισσό, για να επιτηρεί από εκεί τους επαναστάτες του Εμμανουήλ Παπά στο Αγιο Όρος. 

Κατά την παράδοση, η σφαγή εκείνη έγινε με τρόπο αποτρόπαιο. Οι μελλοθάνατοι οδηγήθηκαν στο «Αλώνι» και διετάχθησαν να σχηματίσουν αλυσίδα χορού. Εκεί, χειροκροτούμενοι υποχρεώθηκαν να βαδίζουν κάτω από τα σπαθιά των δημίων, οι οποίοι τους αποκεφάλιζαν στην στροφή του «χορού». Πιστή αναπαράσταση εκείνου του τραγικού γεγονότος, είναι ο «καγκελευτός χορός», ο οποίος επινοήθηκε και καθιερώθηκε να χορεύευται από άνδρες και γυναίκες, κάθε Τρίτη του Πάσχα στον τόπο της σφαγής που από τότε λέγεται «Μαύρο Αλώνι» ή «Στου Μαυριανού τ’ αλώνι».

Ο χορός ανοίγει συνήθως με το τραγούδι: 

«Στου μαύρου νιού - μάννα μ' - τα' αλώνι του μαρμαρινό. 
Παίζουν ντ' ουμάδα - παίζουν - γιυιός κι βασιλιάς. 
Κανείς κι δεν την παίζει σαν ντου Γιαννάκη». 

Είναι αργόσυρτος χορός, στο τελευταίο κομμάτι του τραγουδιού οι δύο πρώτοι χορευτές, ο πρωτοσύρτης και ο πρωτοκαγκελευτής, ενώνουν τα χέρια τους δημιουργώντας μια αψίδα αναπαραστώντας τα τεντωμένα σπαθιά των Τούρκων. Από την υποτυπώδη αψίδα περνούν όλοι οι χορευτές δύο φορές, ενώ τα βήματα του χορού συνεχίζονται καθώς και το τραγούδι, το οποίο κάθε του στροφή του τραγουδιέται εναλλάξ, μια από τους άντρες και μια από τις γυναίκες. Συγκεκριμένα, η λαβή του χορού είναι αγκαζέ με το δεξί χέρι ενός χορευτή κάτω από το αριστερό χέρι του προηγούμενου και τα δάκτυλα μπλεγμένα. Χορεύεται σε σχήμα σαλίγκαρου και όταν φθάσει ο πρώτος το κένρο, τότε σχηματίζουν μια αψίδα μαζί με το δεύτερο σηκώνοντας τα χέρια τους σε αψίδα, απ΄ όπου περνούν οι υπόλοιποι από κάτω.



Τα βήματα του χορού είναι τα εξής:

1: Αφού σηκωθεί λυγισμένο το αριστερό πόδι, πατάει προς την φόρα. 
2: Το δεξί εκτελεί ένα βήμα προς την φορά. 
3: Το αριστερό βήμα προς την φορά. 
4: Το δεξί βήμα προς την φορά. 
5 - 6: Το αριστερό κάνοντας ένα λύγισμα αρχικά, έρχεται και ακουμπά με τα δάκτυλα στο έδαφος, πλάγια και αριστερά από το δεξί, ενώ το βάρος του σώματος παραμένει στο δεξί. 

Παλαιότερα ο κάθε Ιερισσιώτης θεωρούσε καθήκον ιερό να πάρει μέρος στο χορό αυτόν. Το θεαματικότερο και επίσημο μέρος του χορού, αρχίζει με τον στίχο παράγγελμα: 

N’ ακούς ισύ προυτουσυρτή 
κ’ ισύ προυτουκαγκιλευτή,
για βιργουλύγα του χουρό,
για βιργουκαγκιλέψτι τουν. 
Για βιργουκαγκιλέψτι τουν
να δγιω ψηλές, να δγιω λιγνές,
να δγιω την κόρη π’ αγαπώ,
του ποιος κρατεί του χέρι της,
του ποιος στην αρραβώνα της.
Ένας εχθρός μου γείτονας
ας του κρατεί κι ας χαίριτι,
ως την αϊπάνου Κυριακή,
ώσπου ν’ αρραβουνιάσουμι
κι ύστιρα να βλουγήσουμι. 




Τρίτη 12 Μαΐου 2015

ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΟΥ ΒΑΛΤΕΤΣΙΟΥ



Η μάχη του Βαλτετσίου (24 Απριλίου και 12-13 Μαΐου) υπήρξε μία από τις κρισιμότερες μάχες κατά την Ελληνική επανάσταση. Η νίκη της 12-13 Μαΐου 1821 άνοιξε τον δρόμο για την Άλωση της Τριπολιτσάς, και αποτέλεσε την αναβίωση της Αρχαίας Δωρικής πολεμικότητος. Θεμελίωσε δε, την ελπίδα της νίκης και έδωσε το όραμα της λευτεριάς στους επαναστατημένους Έλληνες. 

Μανιάτες, Μεσσήνιοι και Αρκάδες οχυρωμένοι στα ταμπούρια του Βαλτετσίου, αμύνθηκαν με επιτυχία στις επιθέσεις των Τούρκων της Τριπολιτσάς, οι οποίοι ανέρχονταν περίπου σε 10-12.000 άνδρες υπό την ηγεσία του πολέμαρχου Κεχαγιάμπεη Μουσταφά. Πολλά επαναστατικά σώματα Ελλήνων οπλαρχηγών από διάφορα μέρη της Πελοποννήσου, που πολιορκούσαν την Τριπολιτσά, έσπευσαν να βοηθήσουν τους αμυνόμενους. Μετά από σκληρό αγώνα, βλέποντας οι Τούρκοι το ακατάβλητο των Ελλήνων και την συνεχή αύξηση των επιτιθεμένων επαναστατών αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν και μάλιστα υπό άτακτη φυγή να αναζητούν καταφύγιο πίσω από τα τείχη της Τριπολιτσάς. 

Στην μάχη αυτή συμμετείχαν γνωστοί αλλά και λιγότερο αναγνωρισμένοι από την ιστορική συνείδηση οπλαρχηγοί, όπως οι Μητροπέτροβας, Ηλ. Μαυρομιχάλης, Κεφάλας, Ν. Φλέσσας, Αναγνωσταράς, Μούρτζινος, Γιατράκος, Νικηταράς, Πατσαντώνης, Κατριβάνος, Δαγρές και άλλοι. 


ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ 

Ενώ οι Έλληνες πολιορκούσαν την Ακροκόρινθο και την Τρίπολη, ο Χουρσίτ πασάς στέλνει ισχυρό στράτευμα με σκοπό να καταπνίξει το επαναστατικό κίνημα. Ο Κεχαγιάμπεης Μουσταφά (ή Μουσταφά Μπέη) με 3.500 Αλβανούς αναλαμβάνει την Δυτική Ελλάδα και, ξεκινά για τον Μοριά για να ενισχύσει την πολιορκημένη Τρίπολη. Ξεκίνησε από τα Γιάννενα, χωρίς να βρει πουθενά ιδιαίτερη αντίσταση. Έλυσε την πολιορκία της Ακροκορίνθου και του Άργους. Ο Γέρος του Μοριά, βάσει του στρατηγικού του σχεδίου, τον αφήνει σκόπιμα να περάσει. Ο Κεχαγιάμπεης προσπαθεί να ελκύσει προδότες μέσω αμοιβών, ο μόνος που ενέδωσε όμως ήταν ο ταχυδρόμος που παρέδιδε την αλληλογραφία μεταξύ της Μπουμπουλίνας και του Κολοκοτρώνη. Μικρό όφελος είχαν τα γράμματα τους μιας και περιείχαν ανακριβή στοιχεία περί των στρατευμάτων. Σύντομα ανακαλύφθηκε ο προδότης και εκτελέστηκε.


Ο Κολοκοτρώνης στήνει στρατόπεδο στο Βαλτέτσι, λόγω της στρατηγικής του θέσεως. Διατάζει να οχυρωθούν τα τέσσερα στρατηγικά σημεία του με ισχυρά ταμπούρια και να εγκατασταθεί φρουρά. Στις 24 Απριλίου ο Κεχαγιάμπεης εξαπολύει αιφνιδιαστική επίθεση με 4000 άνδρες, οι λιγοστοί Έλληνες αμύνονται ηρωικά ωστόσο καταφέρνει να καταλάβει, έστω και προσωρινώς, το στρατόπεδο. Στο μεταξύ καταφθάνουν ο Πλαπούτας με τον Κολοκοτρώνη και κυνηγούν τους Τούρκους μέχρι την Μάκρη Μαντινείας. Το στρατόπεδο αμέσως αναδιοργανώνεται και ενισχύεται, στήνονται μηχανισμοί ειδοποιήσεως με φωτιές και τοποθετούνται οπλαρχηγοί σε στρατηγικά σημεία.

Tην εκ νέου εγκατάσταση Ελλήνων στο Βαλτέτσι, όπως αναφέρεται, συνέστησε και ο Θ. Κολοκοτρώνης με επιστολή του. Ο ίδιος κατείχε το Χρυσοβίτσι, ενώ στη θέση της Πιάνας είχε στρατοπεδεύσει ο Κανέλλος Δεληγιάννης, ο Δημήτριος Πλαπούτας κ.ά. Οι τρεις αυτές θέσεις μπορούσαν να αλληλοβοηθούνται εύκολα σε περίπτωση τουρκικής προσβολής, γιατί το στρατόπεδο των Βερβαίνων ήταν κάπως απομακρυσμένο. Φθάνοντας στο Βαλτέτσι ο Ηλίας Μαυρομιχάλης έδωσε το παράδειγμα, βάζοντας το πρώτο λιθάρι, για να χτιστεί κλειστό ταμπούρι, το οποίο θα ήταν ασφαλέστερο και ακολούθησαν όλοι με ενθουσιασμό, ώστε την ίδια ημέρα είχε τελειώσει η κατασκευή του. Σε αυτό το ταμπούρι, εικάζεται ότι πρέπει να ήταν το ανατολικό, κλείστηκε ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης με 120 Μανιάτες, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Πρωτοσύγκελλος Μελέτιος Φραγκίσκος από την Αρεόπολη και η Μανιάτισσα χήρα Σταυριάνα Σάββαινα, η οποία στη διάρκεια της μάχης μετεκινείτο από ταμπούρι σε ταμπούρι και μοίραζε φυσέκια στους στρατιώτες. Αναφέρεται επίσης σε πιστοποιητικό που της χορήγησε ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης ότι: «...καθώς δεν έλλειψε και εις του Βαλτετσίου τον πόλεμον μαχομένη γενναιότατα δια την πατρίδα, σκοτώνοντας με το χέρι της δύο εχθρούς...». Στο επόμενο ταμπούρι οχυρώθηκαν ο Ηλίας Μαυρομιχάλης με τον Ηλία και το Νικήτα Φλέσσα από την Πολιανή, αδελφούς του Παπαφλέσσα, με 250 άνδρες. Σε ένα βορεινό ταμπούρι κλείστηκε ο Ιωάννης Μαυρομιχάλης με τον Αναγνώστη Οικονομόπουλο από το Κουρτσαούση (Σπερχογεία), τον Παναγιώτη Κεφάλα από το Δυρράχη, τον παλαιό κλέφτη Γερο-Μήτρο Πέτροβα από τη Γαράντζα - που χαρακτηρίζεται ως το καλύτερο τουφέκι της Μεσσηνίας - το Δημήτριο Παπατσώνη από το Ναζίρι της Μεσηνίας και τον Αθανάσιο Σιώρη με τους Κατριβάνους από το Ίσαρι της Αρκαδίας με 330 άνδρες. Στην εκκλησία οχυρώθηκε ο Ιωάννης Κατσανός με Μανιάτες και οι Μπουραίοι από τους Κωνσταντίνους με 70 άνδρες. Στο πιο απομακρυσμένο ταμπούρι, πιθανώς το δυτικό, κλείστηκε ο Ηλίας Τσαλαφατίνος με Μανιάτες και 75 Λεονταρίτες, που τότε η πατρίδα τους υπαγόταν στη Μεσσηνία. 

Ο Κανέλλος Δεληγιάννης αναφέρει στα Απομνημονεύματά του: «Ό Κιαχαγιάμπεης, Κιαμίλμπεης και Δευτέρ Κιαχαγιάς έξεστράτευσαν επίτηδες διά τό Βαλτέτζι, γνωρίζοντες οί αυτόχθονες Τούρκοι ότι, άν δυνηθούν και διαλύσουν αυτό, τότε άποδειλιούν τά άλλα και ευκόλως δύνανται να προχωρήσουν συσσωματωμένοι είς άπασαν την Πελοπόννησον, να την υποτάξουν». 

Στις 12 Μαΐου, ο Κεχαγιάμπεης μαζί με 12000 Τουρκαλβανούς ξεκινά για να ξαναχτυπήσει το Βαλτέτσι. Αυτή είναι η δεύτερη φάση της ιστορικής μάχης. Σήμανε συναγερμός και ευθύς ο Κολοκοτρώνης με άλλους οπλαρχηγούς κατευθύνονται προς το Βαλτέτσι. Οι Τούρκοι υπό τις διαταγές του Ρουμπή ζητούν την παράδοση των Ελλήνων, αυτοί όμως αρνούνται και η μάχη αρχίζει. Ο Ρουμπής καταφέρνει να κυκλώσει τις θέσεις των Ελλήνων αποκόπτοντας τόσο την μεταξύ τους επικοινωνία όσο και την πρόσβαση τους στις πηγές νερού. Παρόλα αυτά δεν καταφέρνει να νικήσει και ζητά ενισχύσεις από τον Κεχαγιάμπεη. Την στιγμή εκείνη φθάνει ο Κολοκοτρώνης από το Χρυσοβίτσι με 700 άνδρες και πλαγιοκοπεί με επιτυχία τους Τούρκους. Ο Ρουμπής, ενώ ήταν έτοιμος να υποχωρήσει δέχεται την ενίσχυση του Κεχαγιάμπεη, και έτσι η μάχη αποκτά δύο μέτωπα. Αλλά και από την μεριά των Ελλήνων φθάνει δεύτερο κύμα ενισχύσεων από τον Πλαπούτα και η μάχη συνεχίζεται πεισματικά και από τα δύο μέρη, χωρίς κανείς να αφήνει τις θέσεις του ούτε καν κατά την διάρκεια της νυκτός, απεναντίας συνεχίσθη και την επομένη. 

Χαρακτηριστική είναι η σύσσωμη υποστήριξη του λαού καθώς περιγράφει ο Γέρος του Μοριά: 

«Οι Έλληνες μόνοι των άλεθαν, εζύμωναν, έψηναν το ψωμί και το έφερναν με τα ζώα των εις το Στρατόπεδο. Είχαμε φούρνο εθνικόν εις την Πιάνα, Αλωνίσταινα, Βυτίνα, Μαγούλιανα, Δημητσάνα, Στεμνίτσα. Πρόβατα μας έφερναν πότε από τα 30, πότε από τα 40 και τα έδιδαν με ευχαρίστησι τους. Μπαρούτι μας έδινε η Δημητσάνα, του μπαρουτιού την υπόθεσι την είχαν πάρει επάνω τους τα αδέλφια Σπηλιωτόπουλοι, οι Σπετσιώτες και οι Υδραίοι μας έστελναν και πολεμοφόδια και πετζιά για τζαρούχια». 


Τα χαράματα η μάχη ξαναρχίζει. Το σφυροκόπημα κράτησε ένα εικοσιτετράωρο. Τελικά ο Ρουμπής, βλέποντας ότι κινδυνεύει να περικυκλωθεί διατάζει υποχώρηση ενώ ο Κολοκοτρώνης προτρέπει τους Έλληνες να τους καταδιώξουν. «Έλληνες, οι Τούρκοι θα φύγουν, ριχτείτε επάνω τους». Οι τουρκικές δυνάμεις πετάνε μέχρι και τα όπλα τους για να τους καθυστερήσουν. Ο Κολοκοτρώνης παρακολουθώντας το κυνηγητό των Τούρκων, βλέπει ότι πλησιάζουν στον κάμπο όπου κινδυνεύουν από το εχθρικό ιππικό, και φωνάζει δυνατά: «Έλληνες, γυρίστε πίσω, αφήστε Τούρκους για να 'χουμε να σκοτώσουμε κι άλλη μέρα». 

Μετά από 23 ώρες μάχης η νίκη των Ελλήνων ήταν συντριπτική. Οι Τούρκοι υπέστησαν βαρύτατες απώλειες ενώ οι Έλληνες ελάχιστες. 

Από τον Κανέλλο Δεληγιάννη μαθαίνουμε για την βαρύτατη αυτή ήττα: 

«Επήραν δε oι έσωθεν και έξωθεν στρατιώται λάφυρα, τουφέκια, πιστόλας, σπαθιά υπέρ τάς τρεις χιλιάδας και ώπλίσθηκαν καλώς υπέρ τάς τρεις χιλιάδας στρατιώται με αργυρά όπλα και λαμπρά ενδύματα. Έπήραμεν δεκαοκτώ σημαίας, τέσσαρα κανόνια του κάμπου, τρείς σκηνάς (τζατήρια), άπειρα πολεμοεφόδια και όλας τάς άποσκευάς τού τούρκικου στρατοπέδου. Αύτάς τάς αδιαφιλονίκητους αληθείας του περιστατικού τούτου, άφού τάς γνωρίζω ό ίδιος ώς αυτόπτης, αυτουργός και ενεργός αυτών, τάς έβεβαιώθην μετά την πτώσιν τής Τριπολιτσάς έτι μάλλον άπό τον Μουσταφάμπεην, Δευτέρ Κιαχαγιάν, Σιακήρμπεην, Τρασιταίους και άπό άλλους επισήμους Τούρκους. Και αύτη ή ένδοξος νίκη ήτον ή κρίσις τής Ελληνικής Επαναστάσεως και εις αυτήν χρεωστείται ή ανεξαρτησία τής πατρίδος, καθότι ενεθάρρυνε και ένεψύχωσε τους Έλληνας• άφού ήρπασαν τόσα όπλα και τόσα λάφυρα άπό τους τυράννους των, έπολεμούσαν έπειτα άτρομήτως». 

Όταν και ο τελευταίος Τούρκος χάθηκε στον ορίζοντα τα παλικάρια φορτωμένα άρματα κύκλωσαν τον αρχηγό της νίκης. Εκείνος ανέβηκε σε μία πέτρα ξεσκούφωτος και είπε με βροντερή φωνή :  

«Έλληνες! Τούτες οι μέρες, δώδεκα – δεκατρείς του Μάη, θα δοξάζονται στους αιώνες αιώνων, ως ότου το γένος μας στέκει γιατί ήτον η ελευθερία της πατρίδος. Είναι δόξα δική σας και του γένους, όπου με 23 ώρες αδιάκοπο πόλεμο βαστάξατε την Τουρκιά και πατήσατε τον περήφανο αγά για πάντα. Γιατί πάει αυτός και πουθενά. Δεν θα σταθεί πια. Μα πρώτα είναι δόξα του Θεού μεγάλη αυτό που γίνηκε γιατί οργίστει τον μουρτάτη για την πολλή την ανομία, το άδικο, το αίμα και την τυραννία του ραγιά. Και σήκωσε τον αδύνατο, εμάς, για να τον ταπεινώσει και να κάμει την δικαιοσύνη του. Ζήτω το Γένος!». 



Η νίκη του Βαλτετσίου τραγουδήθηκε, με την γνωστή καλαισθησία και γάργαρη ροή του Ελληνικού λόγου: 

«Βαλτέτσι μου περήφανο και χιλιοδοξασμένο 
πού είναι οι λεβέντες σου που όλο τους περιμένω 
ναρθούνε να χορέψουνε στης Παναγιάς τη χάρη 
στου Βαλτετσίου τον πλάτανο να ρήξουν το λιθάρι
 ν' αναδειχτούνε στο σπαθί και στο καλό σημάδι,
 ν'αναδειχτούν και στο χορό, ποιός είναι παληκάρι.
Εδώ που μαζευτήκανε όλοι οι καπεταναίοι
 της Μάνης ο Πετρόμπεης και Κολοκοτρωναίοι
 κι' όλοι λεβέντες του Μοριά που ήτανε γενναίοι.
 Κολοκοτρώνης φώναξε ψηλά απ'το Ρεζενίκο
 γειά σου Κολοκοτρώνη μου πώς να σαλησμονίκω
 κράτα ρε Μήτρο Πέτροβα του κούκου το ταμπούρι
 σας φέρνουμε ζεστό ψωμί κρασί να πιείτε ούλοι.
 Σας φέρνω και αρνιά ψητά βαρώντας το νταούλι
 ετάξανε στην Παναγιά στην Παναγιά Παρθένα
 από τα παλικάρια τους μη σκοτωθεί κανένα.
Τότε στη μάχη ρίχτηκαν μες το Βαλτέτσι ούλοι
 και πήρανε τη λευτεριά για να μη ζούνε δούλοι
 μας χάρισαν τη λευτεριά και μεις δεν ζούμε δούλοι.
 Έφτασε κι ο Νικηταράς με το σπαθί στο χέρι
 πέντε πιστόλες κράταγε κι αστρακτερό μαχαίρι
 στην ρεματιά του Βαλτετσίου τους έκανε καρτέρι.
 γεια σου μωρέ Νικηταρά άλλον δεν είχες ταίρι
 είχες στα πόδια σου φτερά κι όλη η τουρκιά το ξέρει.
 Έτσι παιδιά μου τέλειωσε η μάχη στο Βαλτέτσι
 τους Τούρκους τους εκλείσανε σαν κότες στο κοτέτσι
 τους κλείσαν στην Τριπολιτσά προτού ο ήλιος πέσει.
 Εσείς που δοξαστήκατε στις δώδεκα του Μάη
 εμείς θα σας γιορτάζουμε αιώνια κάθε Μάη
 στεφάνια θα σας φέρνουμε με λουλούδια του Μάη
 δάφνες, σγουρό βασιλικό πανθήζουνε το Μάη». 


ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΜΕΡΙΚΟΥΣ 
ΕΚ ΤΩΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΩΝ ΗΡΩΩΝ 


Νικήτας Σταματελόπουλος ή Νικηταράς (1782-1849) 

Εξέχουσα και ηρωική φυσιογνωμία του Επαναστατικού Αγώνα του 1821. Γεννήθηκε, κατά μία εκδοχή, στο χωριό Τουρκολέκα της Μεγαλόπολης το 1782. Κατά μία άλλη εκδοχή, ο Νικηταράς γεννήθηκε το 1784 στο χωριό Νέδουσα Μεσσηνίας, ένα μικρό χωριό στους πρόποδες του Ταΰγετου, προς την μεριά του Μυστρά. Πατέρας του ήταν ο κλέφτης Σταματέλος Τουρκολέκας (εξού το επώνυμο Σταματελόπουλος από το βαπτιστικό όνομα του πατέρα του), μητέρα του η Σοφία Καρούτσου, αδελφή της γυναίκας του Θ.Κολοκοτρώνη. Ο Νικηταράς ήταν ανιψιός του Γέρου του Μωριά. Σε ηλικία ένδεκα χρονών ακολούθησε τον πατέρα του στο κλέφτικο. Αργότερα εντάχθηκε στο «μπουλούκι» του περίφημου κλέφτη Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη, κοντά στον οποίο έμαθε τα μυστικά της πολεμικής τέχνης. Παντρεύτηκε την κόρη του, Αγγελίνα και απέκτησαν έναν υιό και δύο θυγατέρες. Το 1805, κατά τον ανηλεή διωγμό των κλεφταρματολών της Πελοποννήσου, ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους και ο Νικηταράς ακολούθησε τον θείο του Κολοκοτρώνη στα Επτάνησα, όπου εντάχθηκε στα Ρωσικά τάγματα και μετέβη στην Ιταλία για να πολεμήσει κατά του στρατού του Ναπολέοντα. Στη συνέχεια επέστρεψε στα Επτάνησα και υπηρέτησε τους Γάλλους ενώ στις 18 Οκτωβρίου 1818 μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία από τον Η.Χρυσοσπάθη. Έπειτα, συμμετείχε στην εκστρατεία για την προετοιμασία του λαού για τον Αγώνα, περιοδεύοντας μαζί με τον Δ.Πλαπούτα και τον Αναγνωσταρά στην Πελοπόννησο.

Με την έκρηξη της Επαναστάσεως, στην πρώτη μάχη που δόθηκε στο Βαλτέτσι της Αρκαδίας στις 12 – 13 Μαΐου 1821, ο Νικηταράς ο οποίος κρατούσε με 200 άντρες τα Άνω Δολιανά, κατάφερε να αποκρούσει 6.000 Τούρκους που επιτίθεντο με πυροβολικό. Μετά την μάχη αυτή προήχθη σε στρατηγός και ονομάστηκε Τουρκοφάγος. Διακρίθηκε και στις μάχες που ακολούθησαν, όπου συνεργάστηκε με τνο θείο του, κυρίως δε στην πολιορκία και την άλωση της Τριπόλεως αλλά και στην μάχη των Δολιανών (18 Μαΐου 1821) καθώς και στην μάχη των Δερβενακίων (26 Ιουλίου 1822), όπου κατάφερε να εξολοθρεύσει μεγάλο μέρος του στρατού του Δράμαλη. Κατά τις εμφύλιες διαμάχες τάχθηκε υπέρ του Θ.Κολοκοτρώνη, ωστόσο επέδειξε συνετή στάση κάνοντας πολλές συμφιλιωτικές παρεμβάσεις. Η πορεία και η δράση του χαρακτηρίζεται από τόλμη, μετριοφροσύνη, γενναιότητα και ανιδιοτέλεια. Η αφιλοκέρδεια του Νικηταρά ήταν παροιμιώδης. Ποτέ δεν ζήτησε και ποτέ δεν πήρε.· «εις τους κινδύνους πρώτος, την διανομήν των λάφυρων φεύγων». Φυλακίστηκε αρχικά στο Παλαμήδι και στην συνέχεια στις φυλακές της Αίγινας, εξαιτίας ανυπόστατων κατηγοριών περί συνωμοσίας εναντίων του βασιλιά Όθωνα, ενώ το 1841 αμνηστεύτηκε και αφέθη ελεύθερος. Εξαιτίας της ταλαιπωρίας των φυλακίσεων κλονίστηκε σοβαρά η υγεία του και αποφυλακίστηκε σχεδόν τυφλός. Πέθανε το 1849 στον Πειραιά. 


Μητρο-Πέτροβας, ο αρχηγός των Μεσσηνίων (1745-1838) 

Ο Μητροπέτροβας, από την Γαράντζα (σημ. Άνω Μέλπεια) της επαρχίας Ανδρούσης, έδρασε στα Ορλοφικά (1770) και στην συνέχεια αγωνίστηκε εναντίον των Τούρκων και των Τουρκαλβανών, μαζί με τον Κωνσταντίνο Κολοκοτρώνη, πατέρα του αρχιστράτηγου Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία από τον Καμαρηνό. Όπως και όλη η οικογένειά του, συνδεόταν από τα παλιά χρόνια με τους Κολοκοτρωναίους και υπήρξε ο πρώτος δάσκαλος του νεαρού Θεόδωρου στα πολεμικά. Όταν κηρύχθηκε η Επανάσταση, ο Μητροπέτροβας, ηλικίας τότε 76 ετών, ήταν ανάμεσα στους πρώτους που επαναστάτησαν στην Καλαμάτα. Ακολούθησε τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και επικεφαλής δικού του στρατιωτικού σώματος πήρε μέρος στις μάχες της Αρκαδίας, καθώς και στη μάχη του Βαλτετσίου όπου διακρίθηκε για τον ηρωισμό του, αντιμετωπίζοντας το μεγαλύτερο βάρος της ορμής των Τούρκων χωρίς να υποχωρήσει και προκαλώντας τον θαυμασμό των ίδιων των εχθρών.  

Στους «Βίους Πελοποννησίων ανδρών»   ο Φωτάκης γράφει: 

«Μητροπέτροβας : κατήγετο από το χωρίον Γαράντζα. Ούτος με τα παιδιά του και τους συγγενείς του και όλον το χωρίον Γαράντζα είχον όλοι όνομα επίσημον εις οιονδήποτε μάχην και αν ευρέθησαν διακρίθηκαν. Ιδίως δε διεκρίθησαν και ηδραγάθησαν εις την ένδοξον μάχην του Βαλτετσίου ένθα αφήκαν μνημεία αιώνια και μέχρι της σήμερον λέγονται και μαρτυρούνται τα ταμπούρια του Μητροπέτροβα και των Γαραντζαίων, διότι ίσα ίσα ταύτα εβάστασαν τας ορμάς των Τούρκων κείμενα εις το κάτω μέρος του χωρίου Βαλτέτσι όπου ήτο ολίγος κάμπος και το τουρκικόν ιππικόν τα εκτύπα, τα δε κανόνια δεν ηδύναντο να τα κτυπήσουν. Ο Μητροπέτροβας υπηρέτησε εν γένει καθ’ όλον τον αγώνα. Εφυλακίσθη δε και αυτός εις Ύδραν μετά των λοιπών».

Ο Μητροπέτροβας δεν διακρίθηκε όμως μόνο για τη γενναιότητά του αλλά και για τη σύνεσή του, ενώ ο Κολοκοτρώνης τον τιμούσε και τον αποκαλούσε πάντοτε «μπάρμπα» σε ένδειξη σεβασμού και ζητούσε τη γνώμη και τις συμβουλές του σε όλες τις κρίσιμες περιστάσεις. Πήρε μέρος και σε όλους τους εμφυλίους και το 1825, όταν νικήθηκε η παράταξή του, φυλακίστηκε στην Ύδρα μαζί με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, τον Δεληγιάννη, τον Θ. Γρίβα κ.ά. Μετά την αποβίβαση του Ιμπραήμ πασά, η ελληνική επαναστατική κυβέρνηση αναγκάστηκε να αποφυλακίσει τους αντικυβερνητικούς, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Μητροπέτροβας, ο οποίος συνέχισε τον Αγώνα με την ορμητικότητα και τον ενθουσιασμό που διέθετε κατά την περίοδο της νιότης του. Στην διάρκεια της διακυβερνήσεως του Καποδίστρια ήταν με το μέρος των κυβερνητικών. Όταν όμως ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης καταδικάστηκε από την αντιβασιλεία (1834) ως στασιαστής, ο Μητροπέτροβας, σε ένδειξη διαμαρτυρίας, κήρυξε επανάσταση στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο. Τελικά αιχμαλωτίστηκε και φυλακίστηκε στο Νεόκαστρο. Αν και ήταν αρχηγός και πρωταίτιος της στάσης, καταδικάστηκε σε φυλάκιση μόνο 15 ετών. Εξαιτίας μάλιστα της προχωρημένης ηλικίας του και της λαμπρής διαγωγής του σε όλη την διάρκεια του Αγώνα, του απονεμήθηκε χάρη και αποφυλακίστηκε το 1836. Πέθανε πλήρης ημερών στη Γαράντσα. 

Σταυριάνα Σάββαινα (1772 – 1868) 

Η Σταυριάνα Σάββαινα γεννήθηκε στο Παρόρι της Σπάρτης το 1772. Παντρεύτηκε τον Γιωργάκη Σάββα τον οποίον απαγχόνισαν οι Τούρκοι στον Μυστρά κατά τις πρώτες μέρες της Επαναστάσεως. Η Σταυριάνα οπλίστηκε και κατατάχθηκε στο σώμα του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και τον ακολούθησε σε όλες τις μάχες. Ελαβε μέρος στην πολιορκία της Τριπολιτσάς, στις μάχες του Βαλτετσίου και των Τρικόρφων.

Η Καλλιρρόη Παρρέν γράφει στην «Εφημερίδα των Κυριών» της 25-3-1890 :  

«Η Σταυριάνα ήτο τεσσαρακοντούτις, μελαχροινή, ευειδής, με ύφος αρρενωπόν, με φωνή βροντώδη, με παράστημα στρατιώτου. Ετέθη υπό τας διαταγάς του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και πήγε στο Βαλτέτσι όπου επολιορκούντο οι Έλληνες. Η Σταυριάνα μόνη μεταξύ των ανδρών αψηφούσε τις σφαίρες και μετέφερε τις πυριτιδοβολές από προμαχώνος εις προμαχώνα. Οι περί τον Κολοκοτρώνη Μαυρομιχάλης και Πλαπούτας δυσκολεύονταν να πιστέψουν ότι γυναίκα είχε τόσο θάρρος». Επί Καποδίστρια παρουσιάστηκε στην Συνέλευση · στην αναφορά της μεταξύ των άλλων έγραφε: «Το στάδιον της πολεμικής δόξας είναι βέβαια δια τους άνδρας, όταν όμως είναι λόγος περί σωτηρίας της πατρίδος, όταν όλη σχεδόν η φύσις συντρέχει προς υπεράσπισίν της, αι γυναίκες της Ελλάδος έδειξαν πάντοτε ότι έχουν καρδίαν να κινδυνεύσουν συναγωνιζόμεναι ως οι άνδρες, ημπορούν να ωφελήσουν μεγάλως εις τας πλέον δεινάς περιστάσεις…» Πέθανε πάμφτωχη και ξεχασμένη το 1868 στο Ναύπλιο.